Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ανάπτυξη της προσωπικότητας και οι διαταραχές της



Κατά καιρούς έχουν αναπτυχθεί διάφορες θεωρίες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου και έχουν διατυπωθεί διαφορετικοί ορισμοί για αυτήν. Ο Μάνος (2008) ορίζει τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ως τους ανθεκτικούς και διαρκείς τρόπους αντίληψης, σχέσης και σκέψης για το περιβάλλον και τον εαυτό οι οποίοι επιδεικνύονται σε ένα ευρύ φάσμα σημαντικών κοινωνικών και προσωπικών καταστάσεων.

Σύμφωνα με τους Pervin και John (2001), η προσωπικότητα ορίζεται ως τα χαρακτηριστικά τα οποία εξηγούν τους σταθερούς τύπους συναισθήματος, σκέψης και συμπεριφοράς του ατόμου στην καθημερινή του ζωή. Παρ’ όλες τις ομοιότητες που έχουν οι άνθρωποι, αυτό που καθιστά ένα άτομο μοναδικό και ξεχωριστό από οποιοδήποτε άλλο, είναι ο συσχετισμός αυτών των συναισθημάτων, σκέψεων και φανερών συμπεριφορών του ατόμου μεταξύ τους.

Η μελέτη της προσωπικότητας έχει αποτελέσει αντικείμενο διεπιστημονικού ενδιαφέροντος αλλά και διαμάχης κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα (Χριστοπούλου, 2008). Πολλοί θεωρητικοί και ερευνητές υποστηρίζουν ότι η ανάπτυξη της προσωπικότητας ολοκληρώνεται στα πρώτα χρόνια της ζωής, ενώ κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι μια διαδικασία που συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.

Ο Sigmund Freud προτείνει ότι η προσωπικότητα αποτελείτε από τρία βασικά συστήματα, το «εκείνο», το «εγώ» και το «υπερεγώ» από τον συνδυασμό των οποίων προκύπτει η συμπεριφορά (Χριστοπούλου, 2008). Το «εκείνο» περιλαμβάνει τις κληρονομικές ψυχολογικές δραστηριότητες και τα ένστικτα, το «εγώ» είναι εκείνο που επικοινωνεί με τον εξωτερικό κόσμο, ενώ το «υπερεγώ» αποτελεί το ηθικό μέρος της προσωπικότητας και αντιπροσωπεύει εσωτερικά τις αρχές και τις αξίες της κοινωνίας.

Ο Freud, θεμελιωτής της ψυχαναλυτικής θεωρίας, ήταν ο πρώτος επιστήμονας ο οποίος πρότεινε ότι η εξέλιξη της προσωπικότητας εξαρτάται από τις εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (Pervin & John 2001). Ο Freud εισηγήθηκε την ψυχοσεξουαλική θεωρία, σύμφωνα με την οποία το άτομο εξελίσσεται περνώντας από πέντε διαδοχικά στάδια ανάπτυξης που στο καθένα υπάρχει μία περιοχή του σώματος, η ερωτογενής ζώνη. Κατά την ανάπτυξη, το άτομο έρχεται σε σύγκρουση ανάμεσα στην ικανοποίηση της βιολογικής ορμής και τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Η ανάπτυξη μίας υγιούς προσωπικότητας, εξαρτάται από την επιτυχή επίλυση αυτής της σύγκρουσης. Αποτυχία, προκαλεί καθήλωση του ατόμου σε κάποιο στάδιο ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τον Freud, το πρώτο στάδιο ανάπτυξης εκδηλώνεται στην βρεφική ηλικία και ονομάζεται στοματικό. Η κύρια πηγή ικανοποίησης είναι το στόμα, μέσα από το τάισμα και το πιπίλισμα. Το δεύτερο στάδιο ανάπτυξης είναι το πρωκτικό, στην ηλικία των δύο και τριών ετών στην οποία το παιδί ανακουφίζεται κατά την αφόδευση. Στο στάδιο αυτό εμφανίζεται σύγκρουση του ατόμου με την κοινωνία λόγω των απαιτήσεων για έλεγχο των σφιγκτήρων.

Κατά το τρίτο αναπτυξιακό στάδιο, το φαλλικό, στην ηλικία των τεσσάρων με πέντε χρονών, η ευχαρίστηση επικεντρώνεται στα γεννητικά όργανα. Εκεί εμφανίζεται το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα για τα αγόρια, όπου ο πατέρας γίνεται αντίζηλος στην αγάπη της μητέρας. Έτσι αναπτύσσεται το άγχος του ευνουχισμού ως εκδίκηση από τον πατέρα. Αντιθέτως το κορίτσι συνειδητοποιεί ότι δεν έχει πέος, αναπτύσσοντας τον φθόνο του πέους και επιλέγοντας τον πατέρα ως αντικείμενο αγάπης για να επιλύσει την σύγκρουση. Κατά την προσπάθεια του ατόμου να κερδίσει τον γονέα του αντίθετου φύλου, ταυτίζεται με αυτόν του ίδιου φύλου.

Το τέταρτο στάδιο αποτελεί την λανθάνουσα περίοδο, ανάμεσα στα έξι και τα δεκατρία χρόνια. Εδώ οι σεξουαλικές ορμές καταλαγιάζουν για να ξαναξυπνήσουν κατά το πέμπτο στάδιο. Το γεννητικό στάδιο ξεκινά με την έναρξη της εφηβείας όπου επανέρχονται οι συγκρούσεις που δεν έχουν επιλυθεί πλήρως.

Ο Erik Erikson (1950), προσπάθησε να συνδυάσει την βιολογική θεωρία του Freud και την κοινωνιολογική θεωρία των μεταγενέστερων ψυχαναλυτών. Έτσι, περιγράφει την ανάπτυξη της προσωπικότητας όχι μέσα από σεξουαλικούς όρους αλλά μέσα από ψυχοκοινωνικά στάδια ενώ επεκτείνει χρονικά τα στάδια της ανάπτυξης καλύπτοντας τον κύκλο ζωής.

Το πρώτο στάδιο κατά τον Erikson, το στόμα αποτελεί όχι μόνο πηγή ηδονής αλλά μέσα από την διαδικασία του φαγητού αναπτύσσεται η σχέση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας μεταξύ του βρέφους και της μητέρας. Το δεύτερο στάδιο που συμπίπτει χρονικά με το πρωκτικό, το παιδί εκπαιδεύεται να χρησιμοποιεί την τουαλέτα αναπτύσσοντας μία αίσθηση αυτονομίας ή ντροπής και αμφισβήτησης.

Το τρίτο στάδιο, για τον Erikson είναι αυτό της πρωτοβουλίας ή ενοχής. Εδώ το παιδί αντλεί ευχαρίστηση μέσα από τις επιτυχίες του και την ενθάρρυνση από το περιβάλλον ή ενοχή μέσα από την επικριτική στάση των γονιών. Κατά το τέταρτο στάδιο της λανθάνουσας περιόδου, το άτομο αναπτύσσει φιλοπονία ή κατωτερότητα μέσα από την απόκτηση ή όχι των ακαδημαϊκών και κοινωνικών ικανοτήτων.

Ταυτότητα ή σύγχυση ρόλων αποκτάται κατά το πέμπτο στάδιο μέσα από την συνειδητοποίηση της ταυτότητας και την απόκτηση διάφορων ρόλων ως ενήλικες. Το έκτο στάδιο εξελίσσεται κατά την πρώιμη ενήλικη ζωή του ατόμου όπου αποκτάται φιλικότητα ή απομόνωση μέσα από τις στενές σχέσεις και την ανάπτυξη συναισθημάτων αγάπης και συντροφικότητας. Το έβδομο στάδιο, είναι αυτό της παραγωγικότητας ή αδράνειας που εμφανίζεται στην ενήλικη ζωή μέσα από την εργασία και την φροντίδα της οικογένειας. Στο όγδοο και τελευταίο στάδιο της ανάπτυξης της προσωπικότητας που συμβαίνει κατά την τρίτη ηλικία,  αναπτύσσεται η πληρότητα ή η απελπισία μέσα από την αναπόληση και απολογισμό της ζωή του.

Σύμφωνα με την γνωστική-γενετική κατεύθυνση, με κύριο εκπρόσωπο τον Piaget, η ανάπτυξη είναι μία σειρά από στάδια νοητικής ανάπτυξης. Το πρώτο στάδιο, που καλύπτει την περίοδο από τη γέννηση μέχρι το δεύτερο έτος, ονομάζεται αισθησιοκινητική περίοδος στην οποία το άτομο στηρίζεται αποκλειστικά σε απλές αισθητηριακές και κινητικές δραστηριότητες.

Κατά το δεύτερο στάδιο, την προσυλλογιστική περίοδο που εκτείνεται από το τρίτο ως το έκτο έτος ζωής, εμφανίζεται η συμβολική λειτουργία και το άτομο αρχίζει να αναπαριστά τον κόσμο με την βοήθεια της γλώσσας. Οι πνευματικές εικόνες και οι εσωτερικοί χειρισμοί δεν έχουν όμως ακόμη σταθερότητα και συνέπεια και η σκέψη κυριαρχείται από εγωκεντρισμό (Παρασκευόπουλος, 1985).

Στο τρίτο στάδιο, που καλύπτει το έβδομο ως το εντέκατο έτος το άτομο βρίσκεται στην περίοδο της συγκεκριμένης σκέψης όπου οι συλλογισμοί γίνονται με τη χρήση της λογικής όμως είναι ακόμη εμπειρικοί και επαγωγικοί. Οι συλλογισμοί εξελίσσονται σε υποθετικό-παραγωγικούς στο τέταρτο στάδιο που αρχίζει από το δωδέκατο έτος και ολοκληρώνεται στο δέκατο έκτο στην περίοδο της αφαιρετικής σκέψης όπου η νόηση στηρίζεται σε προτάσεις που η αλήθεια τους στηρίζεται στην καθαρή λογική (Παρασκευόπουλος, 1985).

Η θεωρία της Margaret Mahler για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, υποστηρίζει ότι η ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού συντελείτε κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του περνώντας από δύο μεγάλες φάσεις. Μέσα από την διαδικασία αυτή το παιδί κατακτά την έννοια του εαυτού και περνά από την συμβίωση στην εξατομίκευση.

Κατά τη πρώτη φάση που ονομάζεται φυσιολογική αυτιστική φάση και εκτείνεται από τη γέννηση μέχρι τον δεύτερο μήνα ζωής, το βρέφος ανταποκρίνεται κυρίως στις βιολογικές του ανάγκες και δεν επενδύει σε εξωτερικά ερεθίσματα.

Στη δεύτερη φάση, που ονομάζεται  φυσιολογική συμβιωτική φάση και καλύπτει την περίοδο από τον δεύτερο μήνα μέχρι τον τέταρτο μήνα ζωής, το βρέφος αναπτύσσει τον πρώτο του συναισθηματικό δεσμό με την μητέρα την οποία δεν διαφοροποιεί από τον εαυτό του αλλά την θεωρεί ως ένα με αυτό. Κατά την τρίτη φάση του αποχωρισμού – εξατομίκευσης  που διαρκεί από τον τέταρτο μέχρι τον 36ο μήνα, το βρέφος διαφοροποιεί τον εαυτό του από την μητέρα και αναπτύσσει την αίσθηση του εαυτού του.

Η Mahler χωρίζει τη φάση αυτή του αποχωρισμού – εξατομίκευσης σε τέσσερα στάδια -υποφάσεις. Το πρώτο στάδιο ονομάζεται διαφοροποίηση και ανάπτυξη της σωματικής εικόνας και διαρκεί από τον πέμπτο μέχρι τον δέκατο μήνα. Το βρέφος αυξάνει το ενδιαφέρον του για τον εξωτερικό κόσμο καθώς χρησιμοποιεί την μητέρα ως σημείο προσανατολισμού. Κατά το δεύτερο στάδιο της εξάσκησης, που διαρκεί από τον δέκατο μέχρι τον δέκατο έκτο μήνα, το βρέφος αρχίζει να εξερευνά τον κόσμο και να διαχωρίζει τον εαυτό του από τη μητέρα.

Στο τρίτο στάδιο της επαναπροσέγγισης,  που διαρκεί από τον δέκατο έκτο με εικοστό τέταρτο μήνα, το βρέφος συνειδητοποιεί τον διαχωρισμό από την μητέρα, αυξάνοντας έτσι το άγχος του αποχωρισμού από την μητέρα. Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο, είναι αυτό της σταθεροποίησης της εξατομίκευσης και έναρξης της σταθερότητας του αντικειμένου από τον εικοστό τέταρτο με τριακοστό έκτο μήνα.

Ο Carl Jung προτείνει στη θεωρία του, ότι οι άνθρωποι παλεύουν με τις αντίπαλες δυνάμεις που βρίσκονται μέσα τους  (Pervin & John 2001). Αντίπαλες δυνάμεις είναι το πρόσωπο που δείχνουν στους άλλους (persona) και ο ιδιωτικός εαυτός, όπως επίσης και το αρσενικό και θηλυκό κομμάτι του εαυτού μας. Σύμφωνα με τον Jung κάθε άνδρας κρύβει στην προσωπικότητα του ένα θηλυκό κομμάτι (anima), ενώ κάθε γυναίκα ένα αρσενικό (animus). Σημαντικό έργο για τη ζωή του ατόμου είναι να φέρει σε ενότητα τις δύο αντιτιθέμενες δυνάμεις, και αυτή η πάλη των αντίθετων πόλων μέσα του διαρκεί σε όλη τη ζωή  (Pervin & John 2001).

Ο Jung διακρίνει στο άτομο δύο βασικές στάσεις, την εσωστρέφεια και την εξωστρέφεια, οι οποίες χαρακτηρίζουν τον βασικό του προσανατολισμό (Κανελλοπούλου, 2007). Οι δύο αυτές στάσεις υπάρχουν στο άτομο, αλλά μία είναι αυτή που κυριαρχεί.

Επιπροσθέτως, ο Jung υποστηρίζει πως ο άνθρωπος προσανατολίζεται στον κόσμο μέσα από τέσσερις λειτουργίες. Η πρώτη είναι η αίσθηση, που είναι η αντίληψη που προέρχεται από τις αισθήσεις του ατόμου και η δεύτερη είναι η σκέψη, με την οποία κατανοεί και δίνει νόημα. Η τρίτη λειτουργία είναι το συναίσθημα ενώ η τέταρτη είναι η διαίσθηση η οποία δίνει στο άτομο πληροφορίες για την ατμόσφαιρα που περιβάλλει κάθε εμπειρία. Αυτές οι λειτουργίες σε συνδυασμό με την εσωστρέφεια – εξωστρέφεια, δίνουν αντίστοιχα εσωστρεφή ή εξωστρεφή σκέψη, συναίσθημα, αισθάνεσθαι και συναίσθημα (Jung, 1954).

Οι θεωρίες για την προσωπικότητα, πέραν από την δομή, ανάπτυξη και εξέλιξη της προσωπικότητας, ασχολούνται και με την ψυχοπαθολογία της. Οι διαταραχές της προσωπικότητας προκύπτουν όταν τα στοιχεία της προσωπικότητας είναι δύσκαμπτα και δυσπροσαρμοστικά (Μάνος, 2008).

Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (5η έκδ. DSM-5, Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρία, 2013), ορίζει τη διαταραχή προσωπικότητας ως ένα «διαρκή τύπο εσωτερικού βιώματος και συμπεριφοράς που παρεκκλίνει σημαντικά από τις προσδοκίες της κουλτούρας του ατόμου, είναι εκτεταμένος και άκαμπτος, αρχίζει στην εφηβεία ή στην νεαρή ενήλικη ζωή, είναι διαχρονικά σταθερός και οδηγεί σε υποκειμενική ενόχληση ή λειτουργική έκπτωση». Σύμφωνα με το DSM-5, υπάρχουν έντεκα διαταραχές προσωπικότητας, οι οποίες ομαδοποιούνται σε τρείς κατηγορίες σύμφωνα με κάποιες ομοιότητες που παρουσιάζουν.

Στην πρώτη κατηγορία, οι ασθενείς παρουσιάζονται συχνά παράξενοι ή εκκεντρικοί. Το βασικό χαρακτηριστικό της Παρανοειδούς διαταραχής προσωπικότητας είναι η έντονη δυσπιστία και καχυποψία που διακατέχει το άτομο για τους άλλους ανθρώπους, ερμηνεύοντας τα κίνητρά τους ως κακόβουλα. Η Σχιζοειδής διαταραχή προσωπικότητας έχει ως κυρίαρχο χαρακτηριστικό την αποστασιοποίηση του ατόμου από τις κοινωνικές σχέσεις και τη συρρίκνωση των συναισθημάτων του. Τα άτομα με Σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας έχουν έντονη δυσφορία στις διαπροσωπικές σχέσεις και παρουσιάζουν διάφορες διαταραχές στην σκέψη, αντίληψη, ομιλία, εμφάνιση και συμπεριφορά όχι τόσο σοβαρές ώστε να πληρούν κριτήρια Σχιζοφρένειας.

Στην δεύτερη κατηγορία, οι ασθενείς παρουσιάζονται συχνά δραματικοί, με έντονα συναισθήματα ή ασταθείς στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει την Αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας με βασικό της χαρακτηριστικό την αδιαφορία και παραβίαση των δικαιωμάτων των άλλων ανθρώπων. Η Μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από παρορμητικότητα και αστάθεια στη ζωή του ασθενή σε διάφορες διαστάσεις, όπως οι διαπροσωπικές σχέσεις, η αυτοεικόνα και το συναίσθημα.

Σε αυτήν την κατηγορία περιλαμβάνονται και τα άτομα με Δραματική διαταραχή προσωπικότητας τα οποία είναι υπερβολικά συναισθηματικά και χρειάζονται έντονα την προσοχή των άλλων ανθρώπων. Τα άτομα με Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας έχουν μια αίσθηση σπουδαιότητας, έχουν ανάγκη τον θαυμασμό των άλλων και έλλειψη ενσυναίσθησης.

Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει ασθενείς που νιώθουν έντονο άγχος και φόβο. Τα άτομα με Αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητα χαρακτηρίζονται από κοινωνική αναστολή, αισθάνονται ανεπαρκή και είναι υπερευαίσθητα στην αρνητική αξιολόγηση. Η Εξαρτητική διαταραχή προσωπικότητας περιλαμβάνει την υπερβολική ανάγκη του ατόμου για φροντίδα σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται υποτακτικό και εξαρτημένο φοβούμενο τον αποχωρισμό από τους άλλους. Τέλος, βασικό στοιχείο της Ψυχαναγκαστικής Καταναγκαστικής διαταραχής προσωπικότητας είναι η ενασχόληση με την τάξη, τον έλεγχο και την τελειότητα, με αποτέλεσμα η ζωή και η απόδοση το άτομου να δυσκολεύονται.

Συμπερασματικά, η προσωπικότητα δεν είναι στατική, αλλά χαρακτηρίζεται από τη συνεχή αλληλεπίδραση γνωστικών παραμέτρων, συμπεριφοριστικών έξεων και παραγόντων από το κοινωνικό περιβάλλον (Heim & Westen, 2005). Οι θεωρίες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την βαρύτητα που δίνουν σε κάθε μία από αυτές τις λειτουργίες (Pervin & John 2001). Σύμφωνα με τους Pervin & John (2001), κάθε προσέγγιση συλλαμβάνει μία μερική εικόνα του ατόμου ενώ, καθώς μελετά διαφορετικά θέματα, φωτίζει διαφορετικές πτυχές της προσωπικότητάς του.

Νατάσα Παπαμάρκου 
Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχολόγος Υγείας

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μολυσματική τέρμινθος: Συμπτώματα, μετάδοση και θεραπεία

Η μολυσματική τέρμινθος είναι μία συχνή ιογενής πάθηση που προσβάλλει το δέρμα και ευκαιριακά τα μάτια. Μπορεί να επηρεάσει άτομα κάθε ηλικίας αλλά προσβάλλει κατά κύριο λόγο παιδιά, σεξουαλικά ενεργείς ενήλικες και αυτούς που για κάποιος λόγο δεν έχουν ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα. Η ηλικία που εμφανίζεται πιο συχνά στα παιδιά η πάθηση είναι μεταξύ ενός και 10 ετών. Δεν απαιτεί πάντα αντιμετώπιση. Ο ιός της μολυσματικής τερμίνθου ανήκει στην οικογένεια των poxvirus και ονομάζεται Molluscum Contagiosum Virus ( MCV ). Αποικεί μόνο τον άνθρωπο. Υπάρχουν 4 τύποι του ιού: MCV -1, MCV -2, MCV -3 και MCV -4. Ο πιο συχνός είναι ο ιός MCV -1 ενώ ο MCV -2 ανιχνεύεται πιο συχνά σε ενήλικες και είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος. Συμπτώματα Οι βλάβες της μολυσματικής τερμίνθου είναι μικρά σπυράκια, μεγέθους 1-10 χιλιοστών που μοιάζουν με ογκίδια, ελιές ή μαργαριτάρια. Πρόκειται για στρογγυλές, λευκές και γυαλιστερές βλατίδες (θολωτές) με ομφαλωτό κέντρο, που περιέχουν ένα

10 συμπτώματα του «Σιωπηλού Δολοφόνου» των ωοθηκών, που κάθε γυναίκα ΠΡΕΠΕΙ να γνωρίζει

Υπολογίζεται ότι στης ΗΠΑ περισσότερες από 550 γυναίκες πεθαίνουν κάθε χρόνο από καρκίνο στις ωοθήκες. Πιστεύεται πως οι κύριες αιτίες αυτής της μορφής καρκίνου περιλαμβάνουν: Την ηλικία Τη κληρονομικότητα Τη χρήση αντισυλληπτικών Αυτό όμως που είναι το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι περισσότερες που μαθαίνουν πως έχουν αυτή τη μορφή καρκίνου, το μαθαίνουν στα τελευταία στάδια, όταν δεν υπάρχει πια ελπίδα. Γι’αυτό είναι πολύ σημαντικό να μην αγνοούμε τα σημάδια αυτού του σιωπηλού δολοφόνου, γιατί μία έγκαιρη διάγνωση θα σας σώσει τη ζωή. Τα 10 κυριότερα συμπτώματα είναι: 1. Συχνοί κοιλόπονοι 2. Πόνος στη λεκάνη και το στομάχι 3. Ασταθή έμμηνος ρύση Ο καρκίνος των ωοθηκών μπορεί να αναπτυχθεί και σε κορίτσια που δεν έχει αρχίσει ακόμα ο κύκλος του, ωστόσο είναι πολύ πιο συνηθισμένος σε γυναίκες άνω των 55. 4. Αίσθημα κόπωσης χωρίς προφανή λόγο 5. Παράξενο αίσθημα κορεσμού Το να νιώθεις φουσκωμένος όταν δεν έχεις φάει είναι ένα κοινό σύμπτωμα το

Εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια και κίνδυνοι - Η ικανότητα ισορροπίας στο ένα πόδι «δείκτης» εγκεφαλικής υγείας

Η εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια αποτελεί επικίνδυνο εχθρό για τη μέση ηλικία και πολύ περισσότερο όταν συνυπάρχουν παθήσεις όπως ο διαβήτης και η υπέρταση Προσβάλει κατά κύριο λόγο τα μικρά τριχοειδή αγγεία του μεσεγκεφάλου και προκαλεί χαρακτηριστικές διαταραχές στην ροή του αίματος.. Η τριάδα αυτών των διαταραχών αποτελείται από διαταραχές μνήμης και   προσοχής , δυσχέρεια βάδισης και ακράτεια. Σ’αυτήν την κεντρική συμπτωματολογία προστίθενται και άλλες δυσλειτουργίες. Η νόσος, η συχνότητα της οποίας αυξάνεται με την ηλικία, πιστεύεται ότι αποτελεί ένδειξη αυξημένου κινδύνου για μελλοντικό σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, ενώ προγενέστερες μελέτες την έχουν επίσης συσχετίσει με απώλεια του συντονισμού των κινήσεων και νοητική διαταραχή. Έτσι, η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπευτική αντιμετώπιση είναι αναγκαίες ώστε να αποφευχθεί η εξέλιξή της. Η πιθανή δυσκολία ενός ατόμου να ισορροπήσει στο ένα πόδι για τουλάχιστον 20 δευτερόλεπτα θα μπορούσε να είναι δείκτης ε