Η λήψη αντιβιοτικών
σχετίζεται με την εμφάνιση διαβήτη
τύπου 2 αργότερα στη ζωή, σύμφωνα με νέα
μελέτη από τη Δανία.
Μια σχέση μεταξύ της
αυξημένης λήψης αντιβιοτικών και της
εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 ανακάλυψαν
Δανοί ερευνητές. Οι επιστήμονες
διαπίστωσαν ότι τα άτομα με διαβήτη
τύπου 2 είχαν λάβει περισσότερα αντιβιοτικά
στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τη
διάγνωσή τους, από ότι οι συμμετέχοντες
που δεν παρουσίασαν τη νόσο.
Σύμφωνα με τον ερευνητή
δρ Kristian Hallundbaek Mikkelsen, διδακτορικό φοιτητή
στο Κέντρο Ερευνών για το Διαβήτη στο
Νοσοκομείο Gentofte και το Πανεπιστήμιο
της Κοπεγχάγης, η υπερέκθεση παρατηρείται
15 χρόνια πριν τη διάγνωση της ασθένειας.
Ωστόσο, αν και οι
ερευνητές αποκάλυψαν τη σύνδεση μεταξύ
της χρήσης των αντιβιοτικών και του
διαβήτη τύπου 2, δεν απέδειξαν την άμεση
σχέση αιτίου-αποτελέσματος.
Για τη μελέτη, οι
επιστήμονες εξέτασαν τις συνταγογραφήσεις
αντιβιοτικών περισσότερων από 170.000
Δανών με διαβήτη τύπου 2 και περίπου 1,3
εκατομμύρια άλλους ενήλικες μεταξύ των
ετών 1995 και 2012.
Η ανάλυση έδειξε ότι
τα άτομα που είχαν διαγνωστεί με διαβήτη
τύπου 2, συμπλήρωναν κατά μέσο όρο 0,8
συνταγογραφήσεις αντιβιοτικών σε ετήσια
βάση, σε σύγκριση με τις 0,5 ανά έτος
μεταξύ εκείνων που δεν ανέπτυξαν τη
νόσο. Επιπλέον, όσο περισσότερες ήταν
οι συνταγές, το πιο πιθανό ήταν οι
άνθρωποι να έχουν διαβήτη τύπου 2.
Συγκεκριμένα, όσοι
είχαν 5 ή περισσότερες συνταγογραφήσεις
αντιβιοτικών ήταν 50% πιθανότερο να
διαγνωστούν με διαβήτη, σε σύγκριση με
όσους είχαν μία ή καμία. Επιπλέον, τα
αντιβιοτικά στενού φάσματος, όπως η
πενικιλίνη V παρείχαν έναν ελαφρώς
υψηλότερο κίνδυνο, σε σχέση με τα
αντιβιοτικά ευρέος φάσματος.
Όπως εξηγεί ο Mikkelsen, ο
μηχανισμός με τον οποίο αυξάνεται ο
κίνδυνος δεν είναι σαφής. Ωστόσο, είναι
πιθανό η κατάσταση να εξελίσσεται με
το χρόνο, αυξάνοντας τον κίνδυνο μόλυνσης
(κατά συνέπεια και την ανάγκη για
αντιβιοτικά) πριν από τη διάγνωση του
διαβήτη. Μία άλλη εκδοχή είναι οι
επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις να αυξάνουν,
κατά κάποιο τρόπο, τον κίνδυνο διαβήτη
ή οι πιθανότητες να αυξάνονται με την
έκθεση σε αντιβιοτικά.
Σύμφωνα με τους ερευνητές,
η έρευνα έχει διαπιστώσει ότι τα
αντιβιοτικά μπορούν να αλλάξουν τα
βακτήρια του εντέρου και να επηρεάσουν
το σάκχαρο και το μεταβολισμό των λιπών
Επίσης, έχει προταθεί ότι ορισμένα
βακτήρια του εντέρου μπορούν να συμβάλουν
στην μειωμένη ικανότητα να μεταβολίζουν
τη ζάχαρη, η οποία παρατηρείται σε άτομα
με διαβήτη.
«Τα ευρήματα δεν
προκαλούν έκπληξη. Υπήρχαν ήδη εικασίες
σχετικά με το ρόλο της χλωρίδας του
εντέρου και των αντιβιοτικών στην
ανάπτυξη του διαβήτη», αναφέρει η δρ
Maria Pena, διευθύντρια του Κέντρου για τη
Διαχείριση Βάρους στο Νοσοκομείο Lenox
Hill, της Νέας Υόρκης. «Μία εκδοχή θα
μπορούσε να είναι το ότι οι άνθρωποι
που πρόκειται να αναπτύξουν διαβήτη
έχουν προδιάθεση για να προσβληθούν
από μολύνσεις. Μια άλλη θεωρία είναι
ότι η λοίμωξη αλλάζει τα βακτήρια του
εντέρου ή το μικροβίωμα και οδηγεί σε
παχυσαρκία, η οποία αποτελεί παράγοντα
κινδύνου για διαβήτη».
Με τα ευρήματά τους, οι
ερευνητές, μας δίνουν άλλον έναν λόγο
για να μην κάνουμε αλόγιστη χρήση των
αντιβιοτικών και συνιστούν να τα
λαμβάνουμε μόνο όταν πραγματικά τα
χρειαζόμαστε και πάντα με τη σύσταση
ενός γιατρού.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε
στην επιθεώρηση Journal of Clinical E of Clinical
Endocriniology & Metabolism.
livit
Σχόλια