Βρετανοί επιστήμονες ανακάλυψαν τον λόγο για τον οποίο
αποτυγχάνουν σχεδόν οι τέσσερις στους δέκα κύκλους της εξωσωματικής, όπου δεν
επιτυγχάνεται εμφύτευση του εμβρύου στη μήτρα.
Πρόκειται για έναν μοριακό «διακόπτη» ο οποίος, επεμβαίνει
στην «επικοινωνία» ανάμεσα στο έμβρυο και
στην μήτρα της γυναίκας, έτσι ώστε τελικά να μην επιτυγχάνεται η
εμφύτευση, και κατά συνέπεια να μην προκύπτει η επιθυμητή εγκυμοσύνη.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ πιστεύουν
πως η λύση στο πρόβλημα , είναι η εύρεση των φαρμάκων τα οποία θα αδρανοποιούν
αυτό τον διακόπτη, με αποτέλεσμα, την αύξηση του ποσοστού επιτυχίας της εξωσωματικής
γονιμοποίησης σε ποσοστό σχεδόν 40%
Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είναι πολύ συχνή στην Ευρώπη,
στην οποία πραγματοποιούνται περισσότεροι από τους μισούς (το 55%) κύκλους
εξωσωματικής του κόσμου, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης
Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE).
Το ποσοστό επίτευξη κύησης ανά εμβρυομεταφορά υπολογίζεται
σε 30% κατά μέσον όρο (στις νέες γυναίκες είναι περίπου 40-50% και στις 40άρες
πολύ μικρότερο), ενώ το ποσοστό γέννησης ζωντανού παιδιού περίπου 25%.
Το σχεδόν 37% των κύκλων της εξωσωματικής πιστεύεται ότι
αποτυγχάνουν επειδή το έμβρυο δεν εμφυτεύεται στο τοίχωμα της μήτρας.
Στις γυναίκες με επαναλαμβανόμενες τέτοιου είδους αποτυχίες
έχουν βρεθεί υψηλά επίπεδα ενός μορίου, που λέγεται microRNA-145, αλλά έως τώρα
δεν ήταν γνωστό πως ακριβώς λειτουργεί.
Οι επιστήμονες του Μάντσεστερ, με επικεφαλής τον καθηγητή
Αναπαραγωγικής Βιοϊατρικής δρα Τζων Άπλιν, εξέτασαν το μόριο αυτό σε πειράματα
στο εργαστήριο, διαπιστώνοντας πως εμποδίζει την παραγωγή μιας πρωτεΐνης που
παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της εμφύτευσης.
«Όταν ένα έμβρυο είναι έτοιμο για εμφύτευση, η τοποθέτησή
του προγραμματίζεται προσεκτικά ώστε να συμπέσει με ένα “παράθυρο” μέγιστης
δεκτικότητας της μήτρας», εξήγησε ο δρ Άπλιν.
«Το “παράθυρο” αυτό είναι ανοικτό για χρονικό διάστημα
τεσσάρων ημερών και, όπως ανακαλύψαμε, στη διάρκειά του ο οργανισμός παράγει
μεγάλες ποσότητες της πρωτεΐνης IGF1R, η οποία είναι απαραίτητη για την
εμφύτευση».
Όταν, όμως, το microRNA-145 υπάρχει σε υψηλά επίπεδα,
εμποδίζει την παραγωγή της IGF1R, με συνέπεια να μην εμφυτεύεται το έμβρυο στη
μήτρα.
Αντιθέτως, όταν ελαττώνονται τα επίπεδά του, μειώνονται και
οι πιθανότητες απόρριψης του εμβρύου.
Οι γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες της εξωσωματικής,
εξαιτίας μη εμφύτευσης του εμβρύου, «αποτελούν μία από πιο δύσκολες υποομάδες
ασθενών με υπογονιμότητα και τα ποσοστά επιτυχίας σε αυτές είναι πολύ χαμηλά»,
πρόσθεσε ο δρ Άπλιν
«Οι επαναλαμβανόμενοι κύκλοι εξωσωματικής, όμως, είναι
εξαιρετικά στρεσογόνοι και δαπανηροί, και γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία να
καταλάβουμε για ποιον λόγο έχουν μονίμως την ίδια αποτυχία».
«Journal of Cell Science».
Web Only
Σχόλια