Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οικογενειακές σχέσεις ατόμων με οριακή διαταραχή προσωπικότητας


Τα άτομα με διαταραχές προσωπικότητας παρουσιάζουν σοβαρές δυσκολίες στην καθημερινότητά τους σε τομείς, όπως οι προσωπικές, οικογενειακές και επαγγελματικές τους σχέσεις. Οι διαταραχές αυτές συνήθως ξεκινούν κατά την εφηβική ηλικία και συνεχίζονται μέχρι την ενήλικη ζωή, γεγονός που σηματοδοτεί και την χρονιότητά τους. Προκειμένου να μελετηθεί η αιτιολογία τους, έχουν αναφερθεί πολλοί παράγοντες, βιολογικοί, ατομικοί – ενδοψυχικοί, όπως οι εικόνες που έχουν εσωτερικεύσει τα άτομα για τα κοντινά πρόσωπα του περιβάλλοντός τους (κυρίως τη μητέρα), αλλά και οικογενειακοί, όπως είναι οι σχέσεις που αναπτύσσονται στο οικογενειακό πλαίσιο. Μια από τις πιο δύσκολα διαχειρίσιμες διαταραχές προσωπικότητας είναι η οριακή.

Τα άτομα με οριακή διαταραχή προσωπικότητας παρουσιάζουν μεγάλες δυσκολίες στην ανάπτυξη «υγιών» σχέσεων με τους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους και είναι ευάλωτα σε παρορμητικές πράξεις και ενέργειες. Συχνά έχουν έντονα αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, ενώ εμφανίζουν και συναισθηματικές διακυμάνσεις (πολύ έντονη οξυθυμία, ή έντονα καταθλιπτικά συναισθήματα). Τα κύρια χαρακτηριστικά της σχέσης τους με τα άτομα του περιβάλλοντος είναι η απόλυτη εξιδανίκευση, σε αντίθεση με την απόλυτη υποτίμηση.
Τα άτομα αυτά δυσκολεύονται ιδιαίτερα να διαχειριστούν την κοντινότητα και την απόσταση στις σχέσεις που αναπτύσσουν. Συχνά η κοντινότητα συνδέεται με συναισθήματα πίεσης, ότι δηλαδή οι οικείοι τους καταλαμβάνουν τον προσωπικό τους χώρο περισσότερο από όσο εκείνα αντέχουν, γεγονός που τα οδηγεί να επιδιώξουν αποστάσεις. Από την άλλη, όταν αυτή η απόσταση υφίσταται, τα άτομα με οριακή διαταραχή αισθάνονται ανασφάλεια ότι θα χάσουν τους οικείους τους. Σε αυτή την περίπτωση επιδιώκουν εκ νέου την κοντινότητα και ο φαύλος κύκλος συνεχίζετα (Κωτσίδας, 1994).

Ένας από τους τρόπους για να γίνει κατανοητή η συμπεριφορά ενός ατόμου είναι να μελετηθεί μέσα στο πλαίσιο των οικογενειακών του σχέσεων και πώς αυτές έχουν διαμορφωθεί από τη βρεφική – παιδική ηλικία. Πολλές φορές το άτομο που αντιμετωπίζει σημαντική δυσλειτουργία στην καθημερινή του ζωή μπορεί μέσω αυτής να εκφράζει μια εξίσου σοβαρή δυσκολία στην οικογένεια, αποτελεί δηλαδή «φορέα συμπτώματος» μιας ανισορροπίας μέσα σε αυτή. Με τον τρόπο αυτό η οικογένεια ανακουφίζεται από τον πόνο και την ένταση με το να αποδίδει άθελά της αυτά τα χαρακτηριστικά στο άτομο που παρουσιάζει την όποια δυσκολία.

Διαφορετικοί ερευνητές έχουν βρει διαφορετικά οικογενειακά σχήματα που μπορεί να συμβάλλουν στην εμφάνιση της διαταραχής. Κάποιοι αναφέρουν ότι μια σχέση μητέρας – παιδιού που δεν επιτρέπει στο παιδί να αναπτύξει την ατομικότητά του προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες της μητέρας του για μια υπερβολικά κοντινή – «συμβιωτική» σχέση μπορεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Μια ακόμα άποψη σχετίζεται με έναν ιδιαίτερα ασταθή γάμο μεταξύ των γονιών, όπου τα στοιχεία σύγκρουσης μεταξύ τους είναι κυρίαρχα και ιδιαίτερα έκδηλα με αποτέλεσμα τα πρότυπα του παιδιού να είναι μπερδεμένα και ασαφή. Σε αυτή την περίπτωση το παιδί μπορεί να μην καταφέρει να εποκτήσεις τις δεξιότητες που χρειάζονται προκειμένου να δημιουργεί ικανοποιητικές και ξεκάθαρες σχέσεις με άτομα εκτός του οικογενειακού του περιβάλλοντος (Κωτσίδας, 1994).

Τέλος, παρατηρείται ότι σε κάποιες οικογένειες τα όρια των σχέσεων είναι ασαφή και θολά. Τα όρια μεταξύ γονεϊκού και συζυγικού ρόλου δεν είναι ξεκάθαρα (οι γονείς μπορεί να μπλέκουν τα παιδιά στους συζυγικούς καυγάδες ή οι διαφορές για τον τρόπο χειρισμού των παιδιών να εξελίσσονται τελικά σε σοβαρή διαφωνία που αφορά το ζευγάρι) αλλά και οι σχέσεις που αναπτύσσονται μπορεί να χαρακτηρίζονται από υπερβολική εμπλοκή, υπερπροστασία ή ακόμα και έλλειψη ικανοτήτων για επίλυση συγκρούσεων. Παράλληλα, σε κάποιες οικογένειες παρατηρείται το φαινόμενο της παραμέλησης ή της απόρριψης των παιδιών από τους γονείς, γεγονός που μπορεί να οφείλεται σε προσωπικές δυσκολίες των γονιών να παρέχουν φροντίδα και συναισθηματική κάλυψη. Τα παιδιά αυτών των οικογενειών δε μαθαίνουν την έννοια της ασφαλούς συναισθηματικής σύνδεσης (Hudson & Rapee, 2005).

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω φαίνεται πώς οι πρωταρχικές σχέσεις που αναπτύσσουν τα άτομα με τα πρόσωπα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος παίζουν σημαντικό ρόλο στον τρόπο που αργότερα θα αναζητήσουν και θα αναπτύξουν προσωπικές, επαγγελματικές και οικογενειακές σχέσεις. Όσο πιο χαοτικές, παρεμβατικές ή ακόμα και ασύνδετες συναισθηματικά είναι τόσο μεγαλύτερες είναι και οι δυσκολίες. Κάποιες φορές είναι δύσκολο να βρεθεί η κατάλληλη φόρμουλα αλλά τελικά οικογενειακές σχέσεις που ευνοούν ένα βαθμό εξάρτησης παράλληλα με ένα βαθμό ανεξαρτησίας των μελών τους ή παρουσιάζουν σχετικά διαχειρίσιμα επίπεδα σύγκρουσης μπορεί να αποτελέσουν προστατευτικούς παράγοντες για την οριακή διαταραχή προσωπικότητας.

Βιβλιογραφία
Hudson J. L., & Rapee R. M., (eds) (2005). Psychopathology and the Family. Elsevier. Amsterdam. The Netherlands.
Κωτσίδας Φ. (1994). Μεταιχμιακή Προσωπικότητα: Οικογενειακό Περιβάλλον και Θεραπεία Οικογένειας. Τετράδια Ψυχιατρικής, Νο 45, σελ 72-82.

www.mypsychology
Στουραΐτου Σοφία, Ψυχολόγος, Θεραπεία Οικογένειας – Ζεύγους

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τελειομανία: Χαρακτηριστικά και αρνητικές επιπτώσεις

Νιώθεις συχνά την ανάγκη ό,τι κάνεις να το κάνεις τέλεια; Έχεις παρατηρήσει να αναλαμβάνεις μια δουλειά και να μην την παραδίδεις ποτέ γιατί πιστεύεις ότι δεν είναι τέλεια και όλο κάτι λείπει; Καθυστερείς να παραδώσεις projects στη δουλειά σου γιατί νιώθεις την ανάγκη να τα τελειοποιήσεις; Παρατηρείς πως είσαι συνεχώς αγχωμένος γιατί θέλεις όλα να τα κάνεις τέλεια σε όλους τους τομείς της ζωής σου; Εάν έχεις μαζέψει αρκετά ναι στις παραπάνω ερωτήσεις τότε ίσως ανήκεις στην κατηγορία του τελειομανή. Ως τελειομανής ορίζεται ο άνθρωπος που αρνείται να δεχτεί οτιδήποτε λιγότερο από την τελειότητα. Εκφράζει τη συνεχή προσπάθεια ενός ατόμου για την αποφυγή λαθών, δεν δέχεται με τίποτα τη μετριότητα, θέτει εξαιρετικά υψηλά πρότυπα απόδοσης και ασκεί πολύ αρνητική κριτική στον εαυτό του όταν δεν φτάνει αυτά τα πρότυπα, ανησυχώντας πάρα πολύ για το πώς θα τον κρίνουν οι άλλοι άνθρωποι. Ποια είναι λοιπόν τα βασικά χαρακτηριστικά του τελειομανή ανθρώπου; Δεν αφήνει καθόλου χώρο

Μολυσματική τέρμινθος: Συμπτώματα, μετάδοση και θεραπεία

Η μολυσματική τέρμινθος είναι μία συχνή ιογενής πάθηση που προσβάλλει το δέρμα και ευκαιριακά τα μάτια. Μπορεί να επηρεάσει άτομα κάθε ηλικίας αλλά προσβάλλει κατά κύριο λόγο παιδιά, σεξουαλικά ενεργείς ενήλικες και αυτούς που για κάποιος λόγο δεν έχουν ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα. Η ηλικία που εμφανίζεται πιο συχνά στα παιδιά η πάθηση είναι μεταξύ ενός και 10 ετών. Δεν απαιτεί πάντα αντιμετώπιση. Ο ιός της μολυσματικής τερμίνθου ανήκει στην οικογένεια των poxvirus και ονομάζεται Molluscum Contagiosum Virus ( MCV ). Αποικεί μόνο τον άνθρωπο. Υπάρχουν 4 τύποι του ιού: MCV -1, MCV -2, MCV -3 και MCV -4. Ο πιο συχνός είναι ο ιός MCV -1 ενώ ο MCV -2 ανιχνεύεται πιο συχνά σε ενήλικες και είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος. Συμπτώματα Οι βλάβες της μολυσματικής τερμίνθου είναι μικρά σπυράκια, μεγέθους 1-10 χιλιοστών που μοιάζουν με ογκίδια, ελιές ή μαργαριτάρια. Πρόκειται για στρογγυλές, λευκές και γυαλιστερές βλατίδες (θολωτές) με ομφαλωτό κέντρο, που περιέχουν ένα

Σε ποιες παθολογικές καταστάσεις η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ) αυξάνει;

      Η ΤΚΕ σαν εργαστηριακή εξέταση συμπληρώνει 80 χρόνια «ζωής». Όπως λέει και το όνομά της, πρόκειται για την ταχύτητα με την οποία καθιζάνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια, όταν το δείγμα του αίματος τοποθετηθεί σε ειδικό σωλήνα. Η ΤΚΕ είναι μία απλή, φθηνή, μη ειδική δοκιμασία που εδώ και χρόνια χρησιμοποιείται για την διάγνωση καταστάσεων που σχετίζονται με την οξεία και χρόνια φλεγμονή, τον καρκίνο και τα αυτοάνοσα νοσήματα. ΗΤΚΕ αναφέρεται ως μη ειδική δοκιμασία, διότι όταν τη βρίσκουμε αυξημένη, ο γιατρός δεν μπορεί να καταλάβει σε ποιό σημείο του σώματος υπάρχει φλεγμονή, ποιά είναι η αιτία που την αυξάνει, δεδομένου ότι η ΤΚΕ επηρεάζεται και από άλλες καταστάσεις πέραν της φλεγμονής. Για τον λόγο αυτό η ΤΚΕ πρέπει να αξιολογείται σε συνάρτηση και με άλλες δοκιμασίες. Η ΤΚΕ σημαίνει μια κατάσταση ενεργοποίησης, κάτι σαν “συναγερμό” για τον οργανισμό που κινητοποιείται για να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα. Μπορεί να είναι μια απλή ουρολοίμωξη για παράδειγμα, όπου η ΤΚ