Τα ρευματικά νοσήματα είναι χρόνια νοσήματα τα περισσότερα
αυτοάνοσα και υπολογίζεται ότι αφορούν περίπου το 1,5% των ενηλίκων της
χώρας μας στην πιο παραγωγική φάση της ζωής τους.
Οι φλεγμονώδεις αρθρίτιδες, τα πιο συχνά ρευματικά
νοσήματα,(πχ ρευματοειδής αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα,
ψωριασική αρθρίτιδα) αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά
με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή μπορούν να οδηγήσουν τους ασθενείς
σε μειωμένη λειτουργικότητα πολλές φορές και αναπηρία να προκαλέσουν δε
σοβαρές βλάβες σε ζωτικά όργανα(καρδιά, πνεύμονες κλπ) αφού τα νοσήματα
αυτά είναι συστηματικά.
Τα νοσήματα αυτά είναι χρόνια δεν θεραπεύονται και ο στόχος όλων των θεραπειών είναι να τεθούν σε ύφεση.
Είναι επομένως αυτονόητο ότι η αναγκαιότητα πρόσβασης των πασχόντων στο φάρμακο είναι μεγάλη πολλές φορές και επείγουσα. Επιπροσθέτως οι ρευματοπαθείς, από τη φύση των νοσημάτων τους, είναι αναγκασμένοι να βρίσκονται σε συνεχή ιατρική παρακολούθηση, που σημαίνει συχνές επισκέψεις στον γιατρό και συχνούς εργαστηριακούς και ακτινολογικούς ελέγχους.
Είναι επομένως αυτονόητο ότι η αναγκαιότητα πρόσβασης των πασχόντων στο φάρμακο είναι μεγάλη πολλές φορές και επείγουσα. Επιπροσθέτως οι ρευματοπαθείς, από τη φύση των νοσημάτων τους, είναι αναγκασμένοι να βρίσκονται σε συνεχή ιατρική παρακολούθηση, που σημαίνει συχνές επισκέψεις στον γιατρό και συχνούς εργαστηριακούς και ακτινολογικούς ελέγχους.
Τα τελευταία χρόνια με την οικονομική κρίση και τα προβλήματα στο χώρο της υγείας έχει επηρεαστεί δραματικά η ποιότητα περίθαλψης των ρευματοπαθών καθώς και η πρόσβαση τους στο φάρμακο.
Οι πρόσφατες αλλαγές στην πρωτοβάθμια φροντίδα και η λειτουργία του
ΠΕΔΥ έχουν εξαιρέσει την ειδικότητα του ρευματολόγου και οι
συμβεβλημένοι ρευματολόγοι στον ΕΟΠΥΥ είναι ελάχιστοι με αποτέλεσμα
οι ασθενείς να είναι αναγκασμένοι στις επισκέψεις τους να καταβάλουν το
σχετικό αντίτιμο.
Οι ελάχιστες οργανωμένες ρευματολογικές κλινικές στα Κρατικά
Νοσοκομεία έχουν πολλές ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό
με τεράστιες αναμονές στα ραντεβού λόγω της αυξημένης προσέλευσης των
ασθενών για οικονομικούς κυρίως λόγους.
Η αύξηση της συμμετοχής των ασθενών στην προμήθεια των φαρμάκων
επηρέασε δραματικά και την πρόσβαση των ρευματοπαθών στα φάρμακα.
Ποσοστό συμμετοχής 10% παρέχεται μόνο στα ανοσοτροποποιητικά φάρμακα ενώ η συμμετοχή τους σε όλα τα υπόλοιπα φάρμακα είναι 25%.
Εξαιτίας της συχνής συνοσηρότητας που προέρχεται κατά βάση από το
κυρίως νόσημα τους (πχ
οστεοπόρωση, υπέρταση, καρδιαγγειακά προβλήματα,στομάχι κλπ) είναι
υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε αρκετές παράλληλες θεραπείες, η
οικονομική δε επιβάρυνση είναι δυσβάστακτη για τους περισσότερους
και πολλοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις θεραπείες τους επειδή
αδυνατούν να καταβάλλουν την συμμετοχή τους που σε πολλές περιπτώσεις
φτάνει και το 40% με όλες τις επακόλουθες συνέπειες για την υγεία τους.
Εξαιρετικά προβληματική είναι επίσης η πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα υψηλού κόστους για σοβαρά νοσήματα(Ν.3816).
Εξαιρετικά προβληματική είναι επίσης η πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα υψηλού κόστους για σοβαρά νοσήματα(Ν.3816).
Η προμήθεια των φαρμάκων αυτών γίνεται με μηδενική συμμετοχή και
χορηγούνται πλέον αποκλειστικά από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ ενώ τα
φαρμακεία των Κρατικών Νοσοκομείων δεν τα χορηγούν λόγω μειωμένων
προϋπολογισμών ακόμα και όταν πρόκειται για φάρμακα ενδονοσοκομειακής
χρήσης. Με την μείωση των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ το φαινόμενο του
ταξιδιού των ασθενών ακόμα και σ άλλο Νομό προκειμένου να κάνουν την
τακτική τους θεραπεία είναι πολύ συχνό.
Αυτή η διαδικασία πέρα από την ταλαιπωρία που προκαλεί σε ήδη
ταλαιπωρημένους από την ασθένεια τους ανθρώπους,δημιουργεί
επιπλέον οικονομική επιβάρυνση σε όλη την οικογένεια του πάσχοντα με το
κόστος μετακίνησης αλλά και την απώλεια εργατικών ωρών τόσο των ασθενών
όσο και των συνοδών τους.
Η οικονομική κρίση και οι περικοπές στο χώρο της υγείας δεν θα
πρέπει τελικά σε καμία περίπτωση να επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα των
παρεχομένων υπηρεσιών υγείας και την πρόσβαση των ασθενών στο
φάρμακο. Η αξιοπρέπεια και το δικαίωμα των ασθενών στην φυσιολογική ζωή
δεν διαπραγματεύoνται.
Κατερίνα Κουτσογιάννη
Πρόεδρος Συλλόγου Ρευματοπαθών Κρήτης
Πρόεδρος Συλλόγου Ρευματοπαθών Κρήτης
Σχόλια